Αφιέρωμα στον π. Κωνσταντίνο Στρατηγόπουλο
23-10-2018, 14:23
Για ιδέστε που ᾿χει το ερημοπούλι αίμα στο φτερό. / Πετά κι ας το 'βρε θανάτου βόλι, κόντρα στον καιρό. / Με τον καιρό να 'ναι κόντρα έχει τιμή σαν πετάς. / Να μένεις μόνος, να μένεις μόνος» («Ο ακροβάτης», στίχοι - μουσική: Δ. Αποστολάκης, τραγούδι: Μ. Σταυρακάκης, Χαΐνηδες).
Ήμουν πάντοτε ένας από τους τακτικούς ακροατές του λόγου του μακαριστού π. Κωνσταντίνου. Εκ του σύνεγγυς όμως τον συνάντησα πρώτη φορά στο Ενοριακό Κέντρο της Αγίας Παρασκευής Αττικής το 2014, όπου είχε προσκληθεί ως ομιλητής. Ετυχε να μπούμε μαζί στον ανελκυστήρα ο π. Κωνσταντίνος, η πρεσβυτέρα του, η σύζυγός μου κι εγώ. Εκεί πρώτη φορά πήρα την ευχή του. Και τώρα έχω την ευκαιρία και την ευλογία να τον αποχαιρετήσω δίνοντας στους αναγνώστες μας κάποιες πληροφορίες για τον βίο και το έργο του. Ο π. Κωνσταντίνος γεννήθηκε στο Σταυροδρόμι του Πέραν, στην Κωνσταντινούπολη, στις 9 Οκτωβρίου 1946. Το επώνυμο Στρατηγόπουλος το γνωρίζουμε από τον στρατηγό Αλέξιο Στρατηγόπουλο, ελευθερωτή της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους της Δ΄ Σταυροφορίας το 1261.
Ο γιος του στρατηγού Αλεξίου ονομαζόταν Κωνσταντίνος. Ο πατέρας του π. Κωνσταντίνου, Ιωάννης, φοίτησε σε γαλλικό λύκειο της Κωνσταντινούπολης και αργότερα έμαθε την τέχνη του ράφτη από τον θείο του, ο οποίος έραβε για τον τελευταίο σουλτάνο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η μητέρα του, Μαργαρίτα-Ελλη, το γένος Αρχοντοπούλου, ήταν μια γυναίκα της Κωνσταντινούπολης ευσεβής και δυναμική, με ευρύ πνεύμα. Στα παιδικά του χρόνια ο π. Κωνσταντίνος αγαπούσε το παιχνίδι, ήταν ιδιαίτερα επινοητικός και έφτιαχνε μόνος του επιτραπέζια παιχνίδια. Τις Κυριακές ζούσε την ατμόσφαιρα της θείας λειτουργίας στον Ιερό Ναό της Αγίας Τριάδος του Πέραν. Φοίτησε στο φημισμένο Ζωγράφειο της Πόλης, όπου έλαβε ευρεία μόρφωση από σπουδαίους δασκάλους. Εζησε και αγάπησε τη Ρωμηοσύνη και την Ορθοδοξία. Αργότερα διακόνησε με όλες του τις δυνάμεις το άνοιγμα της Ορθοδοξίας και της Ρωμηοσύνης στην Ελλάδα και την οικουμένη.
Το 1964 αποφοίτησε από το Ζωγράφειο και ήρθε για σπουδές στην Αθήνα. Φοίτησε στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (τότε ΑΣΟΕΕ), στο Οικονομικό Τμήμα. Εργάστηκε ως επιστημονικός συνεργάτης του καθηγητή Σάμιουελ Μπόουλς στο ΚΕΠΕ του υπουργείου Συντονισμού (ο καθηγητής Μπόουλς τιμήθηκε με Νόμπελ στη μακροοικονομία). Επίσης, υπήρξε επιστημονικός βοηθός του καθηγητή Πέτρου Στεργιώτη στην έδρα των Μαθηματικών. Συνέχισε τις σπουδές του στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (1968-1970). Αποφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή του ίδιου πανεπιστημίου το 1974. Με την παρότρυνση του καθηγητή και Επισκόπου Ανδρούσης (νυν Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας) Αναστασίου Γιαννουλάτου, συνέχισε τις σπουδές του σε μεταπτυχιακό επίπεδο στην Ιεραποστολική, στο πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης. Υπό την επίβλεψη και την παρακολούθηση των καθηγητών Hans Werner Gensichen (Γερμανία), Αναστασίου Γιαννουλάτου και Ηλία Βουλγαράκη (Ελλάδα), προχώρησε στην έρευνα για τη διδακτορική διατριβή του «Ιεραποστολή στις μεγαλουπόλεις της Αφρικής». Την αγάπη και τη διακονία του στην ιεραποστολή ο π. Κωνσταντίνος οφείλει στον ανθρωπιστή ιατρό, μουσικό και θεολόγο Αλμπερτ Σβάιτσερ και στον νυν Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας κ. Αναστάσιο. Το έργο του στην ιεραποστολή ήταν πολύπλευρο και ανέδειξε τις στρατηγικές ικανότητές του, ώστε να αυξήσει, να στηρίξει και να επεκτείνει τα ιεραποστολικά κλιμάκια, εκτός από την Αφρική και την Ασία, έως τη Νότια Αμερική και τα νησιά του Ειρηνικού Ωκεανού.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας γνώρισε τον π. Κωνσταντίνο στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και τον έφερε στο Γραφείο της Εξωτερικής Ιεραποστολής της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος. Κατόπιν του ανέθεσε την ευθύνη του Γραφείου Στατιστικής και Κοστολογήσεως, το Φροντιστήριο Υποψηφίων Κατηχητών και το Επιμορφωτικό Φροντιστήριο Κατηχητών. Ο π. Κωνσταντίνος, επειδή αισθανόταν ιδιαίτερη τιμή για τη συνεργασία με τον νυν μακαριότατο Αλβανίας, ανταποκρίθηκε στα ανωτέρω διακονήματα με ιδιαίτερη αγάπη και υιικό σεβασμό.
Παντρεύτηκε την Παρασκευή Σολδάτου, οικονομολόγο και θεολόγο, στον Ιερό Ναό Αγίου Ανδρέα Κάτω Πατησίων, όπου ιερουργούσε ο μακαριστός και πάντα χαμογελαστός και αγαπημένος π. Γαβριήλ Τσάφος, ο οποίος είχε αναθέσει στον λαϊκό τότε Κωνσταντίνο εβδομαδιαίες ομιλίες για νέους. Η πρεσβυτέρα Παρασκευή υπηρέτησε ως εκπαιδευτικός σε δημόσιο γυμνάσιο και λύκειο. Αγωνίστηκε να σταθεί επάξια στο πλευρό του π. Κωνσταντίνου, με απόλυτη αγάπη και αφοσίωση στο πρόσωπό του, αναλαμβάνοντας τον μητρικό ρόλο προς τα πνευματικά παιδιά του, τα οποία τους αποκαλούσαν «πατέρα» και «μητέρα». Στις 31 Ιανουαρίου 1982 χειροτονήθηκε διάκονος στον Ναό της Αγίας Φωτεινής Νέας Σμύρνης από τον αείμνηστο Μητροπολίτη Νέας Σμύρνης Χρυσόστομο. Τον Απρίλιο του ίδιου έτους, την Κυριακή της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον μακαριστό Χρυσόστομο στον Ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Γλυφάδας. Στις 29 Μαρτίου 2015, Κυριακή της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, το εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη σηματοδότησε και το τέλος της διακονίας του στο Θυσιαστήριο του Ιερού Ναού Κοιμήσεως Θεοτόκου Δικηγορικών Γλυφάδας.
Πρώτος πνευματικός του ήταν ο Αγιος Πορφύριος και αργότερα ο π. Ακάκιος του Κελιού των Παχωμαίων Αγίου Ορους, που του παρεχώρησε και τη συμμαρτυρία. Μετά τον θάνατο του τελευταίου πνευματικός του έγινε ο π. Φιλόθεος της Ιεράς Μονής Γρηγορίου Αγίου Ορους. Τελευταίος πνευματικός του ήταν ο π. Θεόκλητος, Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Αγίου Αρσενίου Χαλκιδικής, ο οποίος με αυτοθυσία του συμπαραστάθηκε τα τελευταία χρόνια της ασθένειάς του.
Ο π. Κωνσταντίνος είχε την ευλογία από τον αείμνηστο Μητροπολίτη Νέας Σμύρνης Χρυσόστομο να τελεί όλες τις ακολουθίες καθημερινά. Στον Ναό της Κοιμήσεως Θεοτόκου Δικηγορικών Γλυφάδας τελούνταν καθημερινά μεσονυκτικό, όρθρος, θεία λειτουργία, Ωρες, εσπερινός, απόδειπνο με χαιρετισμούς. Η παράδοση αυτή συνεχίστηκε από τον συνεφημέριό του, τον π. Θεόδωρο Κουμαριανό, και μετά την ασθένεια του π. Κωνσταντίνου, ενώ πλήθος πνευματικών παιδιών του εξυπηρετούν τη διακονία στο ψαλτήρι. Το παράδειγμά τους προσφέρει στην εποχή μας μια ζωντανή μαρτυρία για τον θεραπευτικό, τον δοξαστικό και τον συνεκτικό των πάντων ρόλο της Εκκλησίας μας.
Έως το τέλος ο π. Κωνσταντίνος στις ομιλίες του τόνιζε ακατάπαυστα ότι δεν υπάρχουν καλοί και κακοί άνθρωποι, αλλά άνθρωποι που εμπιστεύονται ή δεν εμπιστεύονται τον Θεό. Θεωρούσε ότι όλοι είμαστε λίγο πολύ μετά την πτώση πνευματικά ασθενείς.
Η «θεία ψυχανάλυση», οι ομαδικοί γάμοι, οι αξέχαστες ομιλίες, η «Ραδιο-Παράγκα» και η αναστάσιμη εξόδιος ακολουθία του
Η διακονία του στο Θυσιαστήριο ήταν απόλυτα επικεντρωμένη στο μυστήριο. Δεν έκανε παρατηρήσεις, μολονότι συχνά γινόταν φασαρία στον ναό από τις ομιλίες των εκκλησιαζομένων και τις αταξίες των παιδιών. Μνημόνευε καθημερινά πλήθος ονομάτων, ζώντων και κεκοιμημένων, ακολουθώντας την παράδοση.
Καθιέρωσε τους ομαδικούς γάμους και τις βαπτίσεις, με σκοπό να εμπνεύσει πνεύμα εκκλησιαστικό, ενώ προετοίμαζε πνευματικά τους μελλονύμφους και τους αναδόχους. Ο π. Κωνσταντίνος χαρακτηριζόταν παιδιόθεν από την ακατακρισία και την ταπείνωση.
Αγαπούσε, παρηγορούσε και αποδεχόταν ως ισότιμους όλους τους ανθρώπους που έμπαιναν στο πετραχήλι του, ανεξαρτήτως «επιβαρημένου» ή μη παρελθόντος (εμπλεκόμενοι σε προτεσταντικού τύπου ομάδες, αιρέσεις και ανατολικές δοξασίες, εξαρτημένοι από ψυχαναλύσεις, τζόγο, ουσίες κ.λπ.).
Πίστευε, όπως και ο πρώτος πνευματικός του, ο Αγιος Πορφύριος, στη «θεία ψυχανάλυση», δηλαδή στο μυστήριο της εξομολογήσεως.
Εμπνευσμένος από την ορθόδοξη παράδοση των ρωμαίικων κοινοτήτων της Πόλης όπου είχε ζήσει, δεν δίσταζε να ασκεί κριτική στην κουλτούρα του Διαφωτισμού, είτε αυτή οδηγούσε στον φιλελευθερισμό είτε στον κομμουνισμό. Θεωρούσε μοναδικό φορέα της ελπίδας για τον άνθρωπο τον τρόπο ζωής της Εκκλησίας και όχι τα πολιτεύματα. Η ζωή και ο λόγος του μας επιβεβαιώνουν την αλήθεια ότι ο σταυρικός δρόμος και το μαρτύριο οδηγούν στην αναστάσιμη χαρά.
Επειδή ο π. Κωνσταντίνος ήταν ανοιχτός προς όλους, στο πετραχήλι του ακούμπησαν άνθρωποι από όλες τις κοινωνικές τάξεις και τα μορφωτικά επίπεδα. Δεν σταμάτησε να εξομολογεί ακόμα και την παραμονή της εκδημίας του. Με τη Χάρη του Θεού και την πνευματική Του καθοδήγηση, ανασύρονταν από το βάθος του «είναι» των εξομολογουμένων χαρίσματα που οδηγούσαν καθέναν σε ξεχωριστό, προσωπικό δρόμο, όπως εκείνος της ιεροσύνης, του μοναχισμού, του έγγαμου βίου κ.λπ.
Ως οικονομολόγος, τασσόταν εναντίον της φοροδιαφυγής και είχε άποψη για την κατανομή του πλούτου εντός της χώρας. Με 25% ανεργία, έλεγε, αν το 75% που είχε εργασία ενδιαφερόταν να στηρίξει το υπόλοιπο 25%, τότε κανένας δεν θα πεινούσε. Επί 30 χρόνια, χωρίς διαφήμιση, χορηγούσε συσσίτιο σε αναγκεμένους ανθρώπους.
Μας λένε τα πνευματικά παιδιά του: «Πώς να χωρέσουν στις λίγες αράδες ενός επιμνημόσυνου άρθρου τα δώρα που μας έκανε ο π. Κωνσταντίνος τόσα χρόνια!» Εβδομαδιαίες ομιλίες χειμώνα καλοκαίρι για ενηλίκους, μαθητές, νέους, γονείς· κινηματογραφική ομάδα, θεατρική ομάδα, ραδιοφωνική εκπομπή («Ράδιο-Παράγκα», επί σειράν ετών στον Ραδιοφωνικό Σταθμό της Εκκλησίας της Ελλάδος)· πανηγυρικός εορτασμός των Θεοφανίων κάθε χρόνο με καραβάκι (όπως στην αγαπημένη του Πόλη) ανοιχτά στη θάλασσα· κατήχηση σε αλλοδαπούς και ημεδαπούς, χρίσμα και βάπτιση σε ενηλίκους· εκδρομές και δραστηριότητες για παιδιά ακόμα και στο εξωτερικό εντελώς δωρεάν· «παραδείσιες» διακοπές για μεγαλύτερα παιδιά στην Ιερά Μονή Παναχράντου στην Ανδρο, σεμινάρια Αρχαίων Ελληνικών, παραδοσιακών χορών, ομαδικών αθλημάτων, αγιογραφίας, ξένων γλωσσών, χρυσοκεντητικής, βυζαντινής μουσικής, παραδοσιακών οργάνων (κανονάκι), κλασικής μουσικής (βιολί)· καθημερινό αρχονταρίκι μετά τη θεία λειτουργία…
Ηταν, επίσης, υπεύθυνος για το αντιαιρετικό σεμινάριο της Μητροπόλεως Γλυφάδας, με ανύστακτη αγάπη και ενδιαφέρον προς όλους τους ανθρώπους. Με έναν πρωτοφανή και αφοπλιστικό τρόπο, ο π. Κωνσταντίνος ερευνούσε την παράδοση της Εκκλησίας και ανέσυρε από αυτήν απαντήσεις για την επικαιρότητα, με αναντίρρητη πειστικότητα για τη διαχρονική δύναμη της ορθόδοξης παραδόσεως στη ζωή του κόσμου.
Ο π. Κωνσταντίνος, ως γνήσιο τέκνο της Κωνσταντινουπόλεως, συντονισμένος καρδιακά με την κορυφή της Ορθοδοξίας, της Ρωμηοσύνης και του Γένους των Ελλήνων, έτρεφε αγάπη και σεβασμό προς το πρόσωπο του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, βαθιά συναισθανόμενος το μαρτύριο που συνοδεύει το θεσμικό αυτό πρόσωπο. Επίσης, απευθυνόταν με αφοσίωση και αγάπη στον Επίσκοπο Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βουλιαγμένης και Βάρης κ. Παύλο (είχε πει για τον π. Κωνσταντίνο μετά την εξόδιο ακολουθία: «Ιερουργώντας καθημερινώς το άχραντον μυστήριον της θείας ευχαριστίας, το Ιερό Θυσιαστήριο αναδείχθηκε για αυτόν ανεξάντλητη πηγή της ζωής, από την οποία εκατοντάδες χριστιανών δέχτηκαν τα θεία νάματα της Εκκλησίας μας») και στον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης κ. Ειρηναίο (είχε δηλώσει: «Ο π. Κωνσταντίνος ήταν δώρο του Θεού για όλους μας και είναι εκείνος που πρέπει να μιμούμαστε, που θα αντιγράφουμε και θα θεωρούμε ότι εκείνος είναι ο άνθρωπος που πρέπει να ακολουθούμε τον δικό του δρόμο»).
Ανεδείχθη πραγματικός Τσακιτζής του Θεού, που άρπαζε αγαπητικά τις ψυχές των ανθρώπων και τις πήγαινε στον Χριστό, στο Φως…
Όλα όσα γράφτηκαν ήταν από τις αναμνήσεις και τις αφηγήσεις της πρεσβυτέρας του Παρασκευής Σολδάτου-Στρατηγοπούλου, καθώς και από τις μαρτυρίες, τις διηγήσεις και τις εμπειρίες πνευματικών τέκνων του. Ανθρώπων που οικοδομήθηκαν από αυτόν πνευματικά, που βρήκαν στο πετραχήλι του παρηγοριά και καταφύγιο, που έμαθαν από αυτόν πως «στον τόπο που γεννηθήκαμε, όταν πεθάνεις, σε τραγουδούν και, όταν ζεις, τραγουδάς, πως ο θάνατος γίνεται πανηγύρι και η αλλαγή γίνεται Ανάσταση», για να χρησιμοποιήσουμε τα δικά του λόγια.
Συνάντησα τον π. Κωνσταντίνο τελευταία φορά επί της γης την Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2018 στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Δικηγορικών Γλυφάδας, στην ενορία που διακόνησε τόσα χρόνια με τόση αγάπη. Εκεί πήρα και την ευχή του τελευταία φορά.
Ας έχουμε την ευχή του όλοι. Και ας ευχηθούμε εαυτοίς και αλλήλοις να ανταμώσουμε μαζί του στο Φως.
«Απόψε τούτο το ξενύχτι γύρω από το σώμα σου έχει κάτι από θρίαμβο»
Ολοκληρώνουμε το αφιέρωμα στον π. Κωνσταντίνο Στρατηγόπουλο με τις συγκινητικές σκέψεις της Ειρήνης Αργυρούλη, η οποία γράφει για τον πνευματικό πατέρα της: «Δεν έχει λόγο ο λόγος να αρθρώνεται ούτε ο λογισμός να ορθώνεται. Μπροστά στην αγιότητα είναι πιο ταιριαστή η σιωπή και η θύμηση της εμπειρίας πρέπει να γίνει προσευχή. Μα καθώς απόψε μαζεύτηκαν οι αγαπημένοι σου για να σε ξενυχτήσουν, χύθηκαν οι αναμνήσεις και επίμονα επιδίωξαν να μπούνε στο χαρτί.
Στην Παναγίτσα όλοι μας είχαμε πατέρα και σε περιτριγυρίζαμε όπως οι μέλισσες το λουλούδι, εκείνο το μέλι κυνηγώντας που είχε ο λόγος σου. Στην αυλή σου ανασάναμε Χριστό αχόρταγα και σε είδαμε να θυσιάζεσαι για εμάς μέρα τη μέρα - τίποτα δεν είπες με λόγια που δεν μας το έδειξες με το παράδειγμά σου. Κουβάλαγε καθένας στην αυλή σου την τρέλα του, μα εσύ έλεγες “ο Χριστός είναι τρέλα” και “ο Χριστός είναι γλέντι”, κι είχες σηκώσει μπαϊράκι αντάρτικο με ό,τι σε έδενε στη γη. Στην αυλή της Παναγίτσας μας όλοι απολαύαμε “του συμποσίου της πίστεως”.
Μου έλεγες πάντα να μην αμαρτάνω. “Ποιο είναι, πατέρα” σε ρώταγα “το τάλαντό μου;” “Το τάλαντό σου είναι να γίνεις Αγία” μου έλεγες. Κι έκλαιγα μ' αναφιλητά κάτω από το πετραχήλι σου που πάλι απέτυχα τούτο το τάλαντό μου να το πολλαπλασιάσω. Και πάντα σε κυνήγαγα να πάρω την ευχή σου, μα δεν τις χόρτασα, πατέρα, ποτέ τις ευχές σου.
Θυμάμαι το ξεκαρδιστικό σου γέλιο, βούταγε, λες, το κεφάλι σου ανάμεσα στους ώμους σου, φώτιζε το πρόσωπό σου σαν μικρού παιδιού και, αχ, πόσο μου άρεσε να σε βλέπω να γελάς με την καρδιά σου! Σε θυμάμαι τα απογεύματα, μεταξύ εσπερινού και αποδείπνου, να βγαίνεις από το πίσω το πορτάκι, να χτυπάς το τάλαντο και, όταν μαζευόταν η πιτσιρικαρία, τους μοίραζες γλειφιτζούρια.
Τα αγαπούσες τα παιδιά... Από μικρά μάς έδωσες τα πάντα. Εκανες την αυλή της Παναγίτσας τον παράδεισο του μανιασμένου παιχνιδιού μας. Ποτέ δεν μας μάλωσες, ποτέ δεν απαίτησες να κάνουμε ησυχία ή να μην κόβουμε τα λουλούδια... Σαν να έβαλες, μου φαίνεται, τα λουλούδια στην αυλή για να τα κόβουμε και να τα κάνουμε μπουκέτα στις μαμάδες. Ερχόμασταν από τα μικρά διαμερίσματα της Αθήνας με τα ασφυκτικά μπαλκονάκια να παίξουμε στην αυλή της Παναγίτσας και, λίγο πριν κοινωνήσει, μπαίναμε μέσα με φόρα, σπρώχναμε τις γριές και φτιάχναμε σειρά μπροστά. Τα πιο ξέφρενα παιχνίδια της ζωής μου τα θυμάμαι στην αυλή σου.
Και τις Μεγάλες Πέμπτες έβγαινες με τον σταυρό στα χέρια. “Σήμερον κρεμάται επί ξύλου”... Κι εγώ δεν ήξερα αν έβλεπα μπροστά μου τον Χριστό ή εσένα να σταυρώνεσαι, έτσι εξαντλημένο απ' την αγρύπνια και τη νηστεία της Μεγάλης Εβδομάδας. Και στην Περιφορά του Επιταφίου γυρνούσαμε με όλη την ενορία κι εσύ κρατούσες το Ευαγγέλιο και πήγαινες κουτσαίνοντας μιας ώρας δρόμο.
Αγαπούσες πολύ τις ετυμολογίες των ελληνικών λέξεων και συχνά παρασυρόσουν να μας μιλάς γι' αυτές ή για τους αρχαίους φιλοσόφους. Και τη γνώση αγαπούσες και σ' άρεσε να λες πως “η μάθηση είναι γλέντι”.
Απόψε τούτο το ξενύχτι γύρω από το σώμα σου έχει κάτι από θρίαμβο κι από δοξολογία. Τούτο το αποψινό είναι, το δίχως άλλο, ένα πανηγύρι, γιατί μας έδωσε ο Θεός έναν Αγιο να ζήσουμε κοντά του, να δούμε τη θυσία μέχρι το τέλος. Απόψε πιο πολύ παρά ποτέ είσαι πατέρας μας, γιατί τώρα είσαι όλος μια αγκαλιά κι η αγιότητά σου είναι η μεγαλύτερη κρίση για καθέναν μας. Καλή ανάσταση, αγαπημένε μας, είθε κι εκεί μαζί, όπως κι εδώ».
Πηγή: dimokratianews.gr.